Πέμπτη 23 Μαρτίου 2017

Μεταναστευτικό: Προτάσεις διαχείρισης




ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΧΕΔΙΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ 
ΤΗΣ ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Η παράνομη είσοδος αλλοδαπών στην χώρα μας δεν είναι καινούριο φαινόμενο, αλλά τον τελευταίο καιρό μονοπωλεί την επικαιρότητα λόγω της έξαρσής της. Στην πραγματικότητα όλες οι κυβερνήσεις από την δεκαετία του 1990 μέχρι και σήμερα ακολουθούν πολιτική ανοιχτών συνόρων είτε το έχουν διακηρύξει επίσημα είτε όχι. Η διακήρυξη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ περί ανοιχτών συνόρων έχει τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα με την γνωστή πρόσκληση του πρώην Υπουργού Εσωτερικών της κυβέρνησης ΝΔ, Προκόπη Παυλόπουλου, προς τους αλλοδαπούς να προτιμήσουν την Ελλάδα και να μας «γονιμοποιήσουν» και με την γενικότερη απροθυμία όλων των κυβερνήσεων να φυλάξουν τα σύνορα.

Για να αποτραπεί ή έστω να μειωθεί η παράνομη μετανάστευση προς την χώρα μας χρειάζεται πολιτική βούληση προς τούτο και λήψη μέτρων, που θα αναλυθούν παρακάτω, με κύριο στόχο την δημιουργία των συνθηκών που θα κάνουν την Ελλάδα μη ελκυστικό προορισμό για τους λαθρομετανάστες.

Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να γίνεται άμεση σύλληψη, καταγραφή και ταυτοποίηση των αλλοδαπών που εισέρχονται παράνομα στην χώρα. Ακολούθως, όλοι πρέπει τοποθετούνται σε κέντρα κράτησης κατόπιν έκδοσης διοικητικών αποφάσεων περιορισμού της ελευθερίας μετακίνησης για λόγους δημοσίας τάξης ή και δημόσιας υγείας. Στα κέντρα κράτησης πρέπει να γίνεται διαχωρισμός μεταξύ των αλλοδαπών οι οποίοι υποβάλουν αίτηση για να τους χορηγηθεί το νομικό status του πρόσφυγα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, και των υπολοίπων που επιθυμούν να παραμείνουν στην Ελλάδα ή να μεταβούν σε άλλες χώρες χωρίς να αιτούνται την αναγνώρισή τους ως πρόσφυγες και συνήθως πρόκειται για οικονομικούς λαθρομετανάστες.

Όσοι τελικά θα αναγνωρίζονται ως πρόσφυγες από τις αρμόδιες κρατικές επιτροπές - και όχι γιατί έτσι τους «βαφτίζει» συλλήβδην με δηλώσεις του ο εκάστοτε υπουργός ή οι δημοσιογράφοι - θα αφήνονται ελεύθεροι, κατόπιν άρσεως των διοικητικών μέτρων περιορισμού της ελευθερίας μετακίνησης, και πλέον θα απολαμβάνουν τα δικαιώματα του πρόσφυγα (δικαίωμα διαμονής, εργασίας, ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης κλπ). Κατ’ αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα θα εκπληρώνει στο έπακρον τις διεθνείς δεσμεύσεις της και θα δείχνει έμπρακτη αλληλεγγύη και ανθρωπισμό προς συγκεκριμένη κατηγορία αλλοδαπών που έχει ανάγκη διεθνούς προστασίας.

Οι υπόλοιποι, δηλαδή όσοι δεν κατόρθωσαν να αποδείξουν ότι είναι πρόσφυγες και όσοι ουδέποτε αιτήθηκαν να αναγνωριστούν ως πρόσφυγες, θα παραμένουν στα κέντρα κράτησης μέχρι να δηλώσουν ότι επιθυμούν να επιστρέψουν στις πατρίδες τους. Παράλληλα, θα υπάρχει επικοινωνία με τα κράτη προέλευσης των αλλοδαπών και έλεγχος του ποινικού μητρώου τους, ώστε να εκδίδονται στην χώρα τους όσοι καταζητούνται για εγκλήματα. Επίσης, θα γίνεται έλεγχος για τυχόν εκκρεμή διεθνή εντάλματα σύλληψης που θα οδηγούν στην έκδοση των λαθρομεταναστών σε τρίτα κράτη.

Στα κέντρα κράτησης των παρανόμως εισελθόντων αλλοδαπών οι συνθήκες διαβίωσης πρέπει να είναι τέτοιες ώστε να πληρούνται τα ελάχιστα διεθνή πρότυπα και να μην καταπατώνται τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των κρατουμένων. Κάθε αλλοδαπός πρέπει να λαμβάνει τροφή και νερό, να έχει στέγη, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κ.ο.κ. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα πρέπει να δαπανά τεράστια ποσά για την συντήρησή τους. Ουδείς θα κατηγορήσει την χώρα μας αν κάθε αλλοδαπός λαμβάνει καθημερινά την μερίδα φαγητού που λαμβάνει ο Έλληνας στρατιώτης. Ομοίως, οι αλλοδαποί θα διαμένουν σε θαλάμους, όπως διαμένει ο Έλληνας στρατιώτης, ή σε δωμάτια με τις ίδιες διαστάσεις και ανέσεις που έχει ο κρατούμενος σε σωφρονιστικό κατάστημα (φυλακή). Καλύτερες συνθήκες διαβίωσης πρέπει να προσφέρονται σε πρόσωπα που χρήζουν ιδιαίτερης φροντίδας (παιδιά, ηλικιωμένοι, ασθενείς κλπ). 

Περαιτέρω, θα είναι δυνατή η ελεγχόμενη πρόσβαση των Μ.Κ.Ο. στα κέντρα κράτησης λαθρομεταναστών. Οι Μ.Κ.Ο. που επιθυμούν να βοηθήσουν τους λαθρομετανάστες θα ελέγχονται εξονυχιστικά - με έμφαση στους σκοπούς, τον τρόπο λειτουργίας τους και την χρηματοδότησή τους - και θα τους επιτρέπεται η επίσκεψη στα κέντρα κράτησης, η διανομή αποκλειστικά ειδών πρώτης ανάγκης (τρόφιμα, ρουχισμός κλπ) και η παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στους λαθρομετανάστες πάντοτε υπό την εποπτεία υπαλλήλων του κράτους. Ομοίως, θα γίνεται αποδεκτή οποιαδήποτε βοήθεια τρίτων κρατών που επιθυμούν να συνδράμουν στην αντιμετώπιση των λαθρομεταναστευτικών ροών με την προσφορά χρημάτων, ανθρωπιστικής βοήθειας κλπ, εφόσον αυτή συνάδει με τον τρόπο που έχει επιλέξει η ελληνική κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και πάντοτε υπό τον έλεγχο, την εποπτεία και την διαχείριση από υπαλλήλους του κράτους.

Ένα τέτοιο περιβάλλον απομόνωσης και λιτής ζωής θα έχει ως αποτέλεσμα την πρόκληση αισθημάτων απογοήτευσης στους λαθρομετανάστες που ήλπιζαν ότι στην Ελλάδα θα βρουν τον επίγειο παράδεισο, την εύκολη ζωή ή μία κατάσταση ανομίας και ασυδοσίας. Είναι σίγουρο ότι κάποια στιγμή κάθε αλλοδαπός θα ζητήσει να επαναπροωθηθεί στην πατρίδα του ή να μεταβεί σε τρίτο κράτος. Εφόσον υποβληθεί τέτοιο αίτημα, οι ελληνικές αρχές θα επικοινωνούν με τις αρχές του κράτους προέλευσης (π.χ. με την πρεσβεία του στην Αθήνα) ή με τρίτα κράτη που προτίθενται να δεχθούν τον λαθρομετανάστη, προκειμένου να ρυθμιστεί εξατομικευμένα ο τρόπος επαναπατρισμού ή μετάβασής του στο τρίτο κράτος αντίστοιχα, με έξοδα του ιδίου, της οικογένειάς του ή της χώρας του. 

Από την πρώτη στιγμή της τοποθέτησης των λαθρομεταναστών σε κέντρα κράτησης, θα υπάρχει δυνατότητα επικοινωνίας τους με τους συγγενείς τους, ώστε να είναι δυνατή η αποστολή σ’ αυτούς χρημάτων ή αεροπορικών εισιτηρίων, ώστε άμεσα με έξοδα της οικογένειάς τους, να μπορούν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους ή να μεταβούν σε οποιοδήποτε τρίτο κράτος τους δέχεται. Υπό αυτές τις συνθήκες, η δαπάνη για την επαναπροώθηση των λαθρομεταναστών στα κράτη προέλευσής τους ή σε τρίτα κράτη θα είναι ανέξοδη για το ελληνικό κράτος, που θα επιβαρύνεται μόνο με το κόστος συντήρησής τους (διατροφή κλπ). 

Εναλλακτικά, όσοι λαθρομετανάστες δεν είναι δυνατό να καταβάλουν τα έξοδα επαναπατρισμού τους - είτε οι ίδιοι είτε οι συγγενείς τους - θα μπορούν εθελοντικά, ήτοι μόνο εφόσον οι ίδιοι το ζητήσουν, να προσφέρουν εργασία ως ανειδίκευτοι εργάτες σε εργοστάσια, δημόσια έργα, αγροτικές εργασίες και αλλού, υπό τις ίδιες συνθήκες που ισχύουν για τον Έλληνα εργάτη και λαμβάνοντας το ελάχιστο νόμιμο ημερομίσθιο μέχρις ότου συγκεντρώσουν το χρηματικό ποσό που απαιτείται για τον επαναπατρισμό τους ή μετάβασης σε τρίτα κράτη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα δίνεται η δυνατότητα στους λαθρομετανάστες να αποκτήσουν πάλι την ελευθερία τους επιστρέφοντας στις πατρίδες τους ή μεταβαίνοντας σε τρίτα κράτη και κανείς δεν θα μπορεί να κατηγορήσει το ελληνικό κράτος για καταναγκαστική εργασία των λαθρομεταναστών. Μάλιστα, από το προϊόν της εργασίας τους θα προκύπτουν πόροι που θα χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την λειτουργία των κέντρων κράτησης λαθρομεταναστών. 

Για την αποτροπή της απόδρασης των λαθρομεταναστών από τα κέντρα κράτησης πρέπει αυτή να ποινικοποιηθεί, με αποτέλεσμα όσοι αποδράσουν ή αποπειραθούν να αποδράσουν να τιμωρούνται με αυστηρές ποινές φυλάκισης, οι οποίες θα εκτίονται σε σωφρονιστικά καταστήματα, ήτοι σε χώρους λιγότερο ελκυστικούς από τα κέντρα κράτησης. Επίσης, για την διατήρηση της τάξης και ασφάλειας εντός των κέντρων κράτησης πρέπει να προβλεφθούν ιδιώνυμα εγκλήματα που επισύρουν αυστηρές ποινές στους λαθρομετανάστες που θα επιδείξουν βίαιη και παραβατική συμπεριφορά (επίθεση κατά υπαλλήλων ή άλλων λαθρομεταναστών, επεισόδια, καταστροφές κλπ), οι οποίες επίσης θα εκτίονται σε σωφρονιστικά καταστήματα. Οι ανωτέρω προτάσεις πιθανόν να θεωρηθούν ακραίες από διάφορους δήθεν ανθρωπιστές. Στην πραγματικότητα μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς το ελληνικό κράτος να καταπατήσει τα ανθρώπινα δικαιώματα των λαθρομεταναστών. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ανωτέρω προτάσεις δεν περιλαμβάνεται το δικαίωμα του κράτους να ασκήσει ποινική δίωξη σε βάρος των λαθρομεταναστών για την παράνομη είσοδο και διαμονή στην χώρα και να επιβάλει σ’ αυτούς ποινές φυλάκισης, οι οποίες θα εκτίονται σε σωφρονιστικά καταστήματα. 

Στην πραγματικότητα, εδώ και αρκετά χρόνια, οι εισαγγελείς κάνοντας χρήση της διακριτικής ευχέρειας που τους παρέχει η σχετική νομοθεσία απέχουν από την άσκηση ποινικής δίωξης κατά των λαθρομεταναστών για παράνομη είσοδο και διαμονή στην χώρα και εφαρμόζεται – όποτε είναι δυνατό να εφαρμοστεί – μόνο η διαδικασία της διοικητικής απέλασής τους με απόφαση των αρμοδίων οργάνων της ΕΛ.ΑΣ. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι αποφάσεις διοικητικής απέλασης δεν εκτελούνται και οι παρανόμως εισελθόντες αλλοδαποί αφήνονται ελεύθεροι να μετακινούνται οπουδήποτε στην Ελλάδα με την υποχρέωση εντός συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος να αποχωρήσουν οικειοθελώς. Τελικά πολύ λίγοι αποχωρούν οικειοθελώς, ενώ η μεγάλη πλειονότητα συνεχίζει να διαμένει παράνομα στην Ελλάδα. 

Μεταξύ της απόλυτης απραξίας ή αναποτελεσματικότητας του κράτους και της επιβολής αυστηρών μέτρων ποινικού κολασμού των λαθρομεταναστών, υπάρχει η μέση λύση της διαχείρισης των λαθρομεταναστευτικών ροών με τον τρόπο που αναλύθηκε ανωτέρω. Όταν γίνει διεθνώς γνωστό ότι όποιος εισέρχεται παράνομα στην Ελλάδα τυγχάνει της μεταχείρισης που αναλύθηκε ανωτέρω, είναι βέβαιο ότι ουδείς θα επιθυμεί να εισέλθει παράνομα στην Ελλάδα. 

Προϋπόθεση για να εφαρμοστεί ένα τέτοιο σχέδιο είναι να υπάρξει κυβέρνηση που θα λαμβάνει αποφάσεις ερειδόμενες στο νόμο και στην κοινή λογική.


του Χρήστου Μπίσδα

ΚΕ.Μ.ΕΘ.Α