Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2019

Ευχές


Ευχόμαστε ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ στα στελέχη, μέλη, συνεργάτες και φίλους του ΚΕΜΕΘΑ και καλή χρονιά! Είθε να ξημερώσουν καλύτερες μέρες για την Πατρίδα μας!

Η Συντονιστική Επιτροπή 

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2019

Θα υπερασπιστούμε τα σύνορά μας;


Ένα καίριο ερώτημα από έναν αξιόπιστο και σοβαρό δημοσιογράφο προς τους πολιτικούς, αλλά και προς τους πολίτες αυτής της χώρας.

Γεώργιος Π. Μαλούχος 15 Δεκεμβρίου 2019
Χρειάστηκαν μόλις λίγες ημέρες και μία έωλη συμφωνία μεταξύ της Τουρκίας και της Λιβύης για να διολισθήσουμε, παρά την πανθομολογούμενη ακυρότητα, σε μία νέα πραγματικότητα. Μέσα στα λίγα αυτά 24ωρα οι τουρκικές διεκδικήσεις εις βάρος της Ελλάδας έφτασαν από το Καστελλόριζο στην Κρήτη. Και εμείς τρέχουμε τώρα να δείξουμε στη διεθνή κοινότητα το αυτονόητο: ότι η συμφωνία είναι παράνομη. Ομως, εν τω μεταξύ, η Τουρκία έχει ήδη καταγράψει ένα πρώτο τετελεσμένο επί του οποίου και ενεργεί.
Συνεπώς, το πρώτο ερώτημα σήμερα είναι αν θα προχωρήσει και στο δεύτερο: αν δηλαδή και πότε θα στείλει τελικά τρυπάνι στην περιοχή.
Το ότι η Ελλάδα απευθύνεται στον ΟΗΕ, στην ΕΕ και όπου αλλού, καλό είναι και μπράβο. Είναι όμως αποτελεσματικό; Ειδικά αν προχωρήσουν οι Τούρκοι στο δεύτερο στάδιο; Ασφαλώς όχι. Εκτός κι αν κάποιοι φαντάζονται ότι ο ΟΗΕ ή η ΕΕ μπορούν να σταματήσουν την Τουρκία. Αποκλείεται και το γνωρίζουν άπαντες: οι οργανισμοί, η κυβέρνηση, οι Τούρκοι, οι άλλες χώρες.
Όλα αυτά καλώς γίνονται, μα η αξία τους είναι περιορισμένη. Το ουσιώδες είναι αλλού: όταν απαιτηθεί θα είμαστε έτοιμοι εμείς οι ίδιοι να υπερασπιστούμε στρατιωτικά την επικράτεια, τα σύνορα, τα δικαιώματα και τα συμφέροντά μας; Η απάντηση περνάει μέσα από τρεις παράγοντες: τη στρατιωτική επάρκεια, την αποφασιστικότητα και τη σύναψη πραγματικών συμμαχιών με κράτη. Όχι με δαιδαλώδη πολυεθνικά σχήματα. Αν πάντως δεν το πράξουμε η Τουρκία θα επιβληθεί. Και αυτό θέλει.
Βρισκόμαστε ήδη πολύ πέρα από το σημείο που μπορούσαμε να πιστεύουμε ότι η εθνική ακεραιότητα της χώρας δεν απαιτεί δύσκολες αποφάσεις και απτές θυσίες, αλλά προστατεύεται με διαβήματα προς τρίτους.
Μα και αν υπάρξουν τρίτα μέρη με πραγματικό ρόλο στην υπόθεση του Αιγαίου την ώρα που θα είναι αναγκαίο, δεν θα είναι οργανισμοί καμιάς μορφής, αλλά κράτη που θα έχουν δικούς τους λόγους να εμπλακούν. Αποφάσεις μπορεί να εκδοθούν από τον ΟΗΕ ή την ΕΕ, αλλά θα είναι πρακτικά αδιάφορες για την Τουρκία. Είτε θα πρόκειται για προειδοποιήσεις χωρίς επαρκές αντίκρισμα, είτε για καταδίκες που έτσι κι αλλιώς έχει ήδη αρκετές και δεν την πτοούν. Ποιοι μετράνε; Η Γαλλία, οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Αίγυπτος.
Με αυτές τις χώρες πρέπει να επιχειρήσει να επιτύχει συμφωνίες για εμπλοκή σε πραγματικό χρόνο η Ελλάδα. Αυτές έχουν σημασία. Όμως, ακόμα κι αν έχουν αποστείλει ναυτικές μονάδες στις κρίσιμες περιοχές όπως λ.χ. η Γαλλία, αυτές δεν πρόκειται να ενεργήσουν πέρα από τη στενή προστασία των εθνικών τους συμφερόντων.
Αν θα το κάνουν θα συμβεί μόνον αν η Ελλάδα πείσει ότι πρώτη η ίδια είναι αποφασισμένη να κινηθεί στρατιωτικά. Και αν επιτύχει να συνάψει προγενέστερες συμφωνίες. Αν παραμείνει άπραγη ουδείς τρίτος πρόκειται να κινηθεί.
Τα ελληνοτουρκικά είναι πλέον μονόδρομος. Το επιβάλλει η Τουρκία. Γιατί άλλο είναι η ψυχραιμία για την οποία διαρκώς μιλάμε και άλλο η αυτοκτονία τού να προχωρά η Αγκυρα σε αυτές τις ενέργειες και εμείς απλώς να διαμαρτυρόμαστε. Όσο πιο γρήγορα το αντιληφθούμε τόσο μεγαλώνουν οι πιθανότητες να αποφευχθεί η καταστροφή να περιοριστούν να σύνορά μας.
Όπως και η (μικρή) πιθανότητα η Τουρκία να κάνει πίσω. Πρέπει όμως πριν από όλα να ορίσουμε τι σημαίνει καταστροφή: σημαίνει τις θυσίες και τη διακινδύνευση μιας σύγκρουσης για να προασπιστούμε την ακεραιότητα της Ελλάδας; Ή σημαίνει το να αποδεχθούμε τα τετελεσμένα που ήδη άρχισαν και επιβάλλονται; Και που αν δεν τα σταματήσουμε δεν θα έχουν τέλος;

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2019

Τα απομεινάρια δύο ημερών...



Γεώργιος Π. Μαλούχος  10 Δεκεμβρίου 2019

Με την τουρκική επιθετικότητα να κλιμακώνεται διαρκώς, έχουμε τρία νέα δεδομένα μετά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ. Το πρώτο αφορά στις συνομιλίες Μητσοτάκη και Ερντογάν. Το δεύτερο, στη στάση του Πρωθυπουργού έναντι του προέδρου της Γαλλίας Μακρόν. Και το τρίτο, συναφές με το προηγούμενο, στη διαμόρφωση των δύο «στρατοπέδων» στο διεθνές περιβάλλον έπειτα από τη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης για την ΑΟΖ.
Η κυβέρνηση δηλώνει διαρκώς ότι η ουσία της συνομιλίας μεταξύ των δύο συνοψίζεται στη φράση «συμφωνήσαμε ότι διαφωνούμε». Αυτό αφορά πρωτίστως το οξύ ζήτημα της ΑΟΖ όσο και άλλα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Εν πρώτοις ακούγεται «καλά». Ομως τι πραγματικά σημαίνει αυτή η φράση; Τι σημαίνει «διαφωνούμε»; Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει τίποτα στο οποίο να διαφωνούμε εμείς με την Τουρκία.
Η Τουρκία είναι εκείνη που διαφωνεί, αλλά όχι με την Ελλάδα. Διαφωνεί με το διεθνές γραπτό και εθιμικό δίκαιο, διαφωνεί με την εθνική ακεραιότητα της Ελλάδας, άρα και με τον καταστατικό χάρτη του ΟΗΕ και με πολλά άλλα δεσμευτικά κείμενα, διαφωνεί με το Δίκαιο της Θάλασσας, με τη λογική, ακόμα και με τη… γεωγραφία. Οχι όμως με την Ελλάδα. Δεν τίθεται εδώ ζήτημα διαφωνίας. Τίθεται ζήτημα οξυμένης παράνομης επιθετικότητας. Δεν διαφωνείς με κάποιον που ρίχνει μπετά στο οικόπεδό σου. Είναι παράνομος. Γιατί όταν πεις ότι διαφωνείς, έχεις κάνει αμέσως το πρώτο βήμα για να «συμφωνήσεις». Και αυτό είναι το αληθινό εξαγόμενο της συνάντησης: ότι η Ελλάδα αποδέχθηκε ότι όλα αυτά είναι αντικείμενα διαφωνίας ή, σε κάποια άλλη μορφή, συμφωνίας. Αρα, είναι αντικείμενα διαπραγμάτευσης. Δεν είναι. Δεν υπάρχει διαφωνία. Υπάρχει κατάφωρη έννομη προσβολή. Όμως στη συνάντηση δεν υπήρξε «απορρίπτουμε». Υπήρξε «διαφωνούμε». Η επίμονη επίκληση «διαφωνίας» δείχνει ξεκάθαρα προς μία και μόνη κατεύθυνση: ότι βαδίζουμε προς κυριαρχική διαπραγμάτευση με την Τουρκία.
Στο δεύτερο σημείο: Ο γάλλος πρόεδρος ήταν ο μοναδικός ηγέτης που καταδίκασε ρητά την τουρκική συμφωνία με τη Λιβύη για την ΑΟΖ και στήριξε κατηγορηματικά την Ελλάδα. Χωρίς περιστροφές. Δεν απαιτείται συνεπώς ευφυΐα για να αντιληφθεί κανείς ότι η κριτική Μητσοτάκη στον Μακρόν στη συνέντευξη του πρώτου στους «Financial Times» ήταν σοβαρή αστοχία. H Γαλλία είναι η κύρια σύμμαχος της Ελλάδας σε πολύ μια κρίσιμη στιγμή. Ο Πρωθυπουργός επέλεξε να εγκαλέσει τον Μακρόν τόσο για τη φράση του «εγκεφαλικός θάνατος του ΝΑΤΟ», όσο, κυρίως, για την άρνησή του στην έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων Βόρειας Μακεδονίας και Αλβανίας στην ΕΕ. Γιατί έπρεπε να το κάνει έναντι του μόνου ξεκάθαρου συμμάχου της Ελλάδας; Τι νόημα είχε; Εκείνος ξέρει.
Στο τρίτο σημείο: Η Γερμανία, με τις θέσεις της οποίας ταυτίστηκε πλήρως ο Πρωθυπουργός στην προαναφερθείσα συνέντευξή του, κράτησε απολύτως ίσες αποστάσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Παραμένει ουδέτερη. Και αυτό πρακτικά λειτουργεί υπέρ της Τουρκίας.
Η ΕΕ στο σύνολό της τοποθετήθηκε μεν, αλλά με περίπου μηδενική πιθανότητα αυτό να σημαίνει κάτι ουσιώδες. Οι ΗΠΑ καταδίκασαν σε επίπεδο State Department, αλλά τα μηνύματα από τον πρόεδρο Τραμπ δεν έχουν ακόμα γίνει πλήρως γνωστά και, ως εκ τούτου, η αμερικανική στάση δεν μπορεί να αποκωδικοποιηθεί πλήρως. Η Ρωσία έχει ενοχληθεί επίσης και το έδειξε καθαρά, στο πλαίσιο της συνεργασίας που έχει με την Αγκυρα. Η Αίγυπτος δεν μάσησε τα λόγια της. Πολύ περισσότερο δεν τα μάσησε το Ισραήλ, ο άλλος, πέραν της Γαλλίας, καθοριστικής σημασίας σύμμαχος της Ελλάδας.
Εκεί βρισκόμαστε σήμερα, όσο εμείς «διαφωνούμε» με την Αγκυρα, ενώ εκείνη «υπενθυμίζει» ότι μας πέταξε στο Αιγαίο. Μετά τα διπλωματικά η Τουρκία προαναγγέλλει και στρατιωτικά τετελεσμένα. Και εμείς φοβισμένοι απλώς κοροϊδευόμαστε.



Εκδήλωση στην Θεσσαλονίκη


Δελτίο Τύπου

Εκδήλωση για το Μεταναστευτικό στην Θεσσαλονίκη

Το Σάββατο 14 Δεκεμβρίου, στις 18:30, στην Ομοσπονδία Δυτικομακεδονικών Σωματείων, Βενιζέλου 30, Στη Θεσσαλονίκη, η ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΤΡΙΔΑ, η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ, η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ και το Κέντρο Μελετών Εθνικής Ανασυγκρότησης (ΚΕ.Μ.ΕΘ.Α) οργανώνουν εκδήλωση με θέμα: «Μεταναστευτικό ή εισβολή στα πλαίσια υβριδικού πολέμου από την Τουρκία;»
Την εκδήλωση θα ανοίξει ως εισηγητής ο Νικόλαος Βασιλειάδης, Δικηγόρος-Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Ομιλητές:
Στέλιος Παπαθεμελής, Δικηγόρος-π. Υπουργός
Γεώργιος Αδαλής, Οικονομολόγος-Μηχανικός Η/Υ
Νικόλαος Ταμουρίδης, Αντιστράτηγος (ε.α)-π. Υπαρχηγός ΓΕΣ
Θα χαιρετίσουν οι Ιωάννης Νασιούλας, Κοινωνιολόγος–Δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Θεσσαλονίκης και Αναστάσιος Καραφουλίδης, Διεθνολόγος-Επιχειρηματίας
Θα ακολουθήσει συζήτηση με το κοινό.
Την όλη εκδήλωση θα συντονίσει ο Δημήτρης Ε. Ευαγγελίδης, Συγγραφέας-Πολιτικός Αναλυτής και αντιπρόεδρος του ΚΕΜΕΘΑ
Προσκαλούνται οι πολίτες της Θεσσαλονίκης που ανησυχούν για το μέλλον του τόπου να τιμήσουν με την παρουσία τους την εκδήλωση.


Οι Διοργανωτές


Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2019

Για την λαθρομετανάστευση και πάλι...



Σχόλια της Σώτης Τριανταφύλλου με αφορμή τις δηλώσεις του Αντώνη Σαμαρά περί λαθρομεταναστών



Οι δηλώσεις του κ. Σαμαρά περί λαθρομεταναστών προκάλεσαν όξυνση του εμφυλιοπολεμικού κλίματος: η αριστερά καραδοκεί στη γωνία για να καταγγείλει την «ακροδεξιά», τους «ρατσιστές» και τους «φασίστες». Καταντάει κάπως βαρετό. Ανέκαθεν το αριστερό λεξιλόγιο ήταν αποκομμένο από την πραγματικότητα: θυμηθείτε τον Μίμη Φωτόπουλο στην κωμωδία «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» όπου βγάζει κομμουνιστικό λογύδριο περί «προτσές» και «μπουρζουαζίας» μπροστά στο απορημένο βλέμμα του ταλαίπωρου συνομιλητή του. Ο οποίος αναφωνεί: «Προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός;». Ο κ. Σαμαράς μίλησε με ένταση κι ίσως αυτή η ένταση να λυτρώνει πολλούς συμπατριώτες μας που ανησυχούν, δικαίως, για την είσοδο πλήθους μουσουλμάνων στην Ελλάδα, ίσως όμως και να επιδεινώνει τον αναβρασμό. Δεν είμαι σίγουρη για τον αντίκτυπο των λόγων του. Επισημαίνω ωστόσο τα εξής: 

Πρώτον, ο καθένας από μας έχει δικαίωμα να εκφράζεται όπως κρίνει. Μερικοί άνθρωποι στρογγυλεύουν τις γωνίες πιστεύοντας ότι ο λόγος τους θα είναι έτσι πιο πειστικός· άλλοι μιλούν με περισσότερη ευθύτητα. Η απαίτηση για ενιαία εκφορά του δημόσιου λόγου είναι κεντρικό στοιχείο της πολιτικής ορθότητας που έχει καταστροφικά αποτελέσματα στους διεθνείς συσχετισμούς: το backlash, η αντίδραση σ’ αυτή την αριστερή τυραννία, είναι η επιστροφή μιας λαϊκής δεξιάς από την οποία λείπει η αστική ευγένεια και η ευγένεια γενικά. 

Η αριστερά, πιο κραυγαλέα και πιο αυταρχικά από τη δεξιά, θέλει να επιβάλει την οπτική της για τον κόσμο και, στην περίπτωση αυτή, την οπτική της για το μεταναστευτικό πρόβλημα. Ποια είναι συγκεκριμένα αυτή η οπτική δεν ξέρει ούτε η ίδια: δεν έχει μελετήσει τις εμπειρίες άλλων χωρών, δεν κατανοεί τις δυνάμεις και τη στρατηγική που συνυπάρχουν στα μεταναστευτικά κύματα των μουσουλμάνων και εμφορείται από μια πρωτοχριστιανική ψευτοηθική με θύματα, μάρτυρες και πρότυπα «homo sacer». Όποιος προσπαθεί να βρει γρήγορες και πρακτικές λύσεις χαρακτηρίζεται «ακροδεξιός», πράγμα που, περιέργως, δυσαρεστεί τους πάντες. Λες κι αν η αριστερά στιγματίσει κάποιον, σπιλώνει τη φήμη του. Κατά τη γνώμη μου δεν θα έπρεπε να δίνουμε σημασία στους αριστερούς μύδρους: ο καθένας κάνει αυτό που πιστεύει κι αυτό που μπορεί. 

Το Ισλάμ φθείρει την Ευρώπη: κατ’ αρχάς μέσω των μαζικών αφίξεων και της μη ένταξης ακόμα και παλιότερων μουσουλμανικών πληθυσμών. Ο γενικός μουσουλμανικός πληθυσμός στις ευρωπαϊκές χώρες έχει ξεπεράσει, μέσω της αναπαραγωγής του κυρίως, το σημείο θραύσης, ένα 10% ας πούμε grosso modo. Υπό αυτή την έννοια απειλεί σοβαρά την κοινωνική συνοχή, το κράτος δικαίου, την εφαρμογή των νόμων. Ακριβώς επειδή συμβαίνει αυτό –όποιος δεν το βλέπει, είτε του λείπει η εμπειρία, είτε του λείπει η όραση– έχει οξυνθεί το κοινωνικό μίσος, η εχθροπάθεια: τόσο μεταξύ Ευρωπαίων και μουσουλμάνων όσο και μεταξύ αριστεράς και δεξιάς που προβάλλουν αντίθετες στάσεις έναντι του Ισλάμ. H ισλαμοαριστερά τροφοδοτεί την ακροδεξιά: η σχέση τους είναι διαλεκτική. Αν δεν υπάρξει συμφωνία ως προς την προώθηση του ευρωπαϊκού πολιτισμού κι από την προστασία του από τoν πειρασμό του σκοταδισμού, ο σκοταδισμός θα θριαμβεύσει και η αριστερά θα είναι υπεύθυνη. 

Το Βrexit και όλες οι αντιευρωπαϊκές τάσεις οφείλονται, πρωτίστως, στην «εισβολή» του Ισλάμ. Δεν πρόκειται για στρατιωτική εισβολή και πρέπει να διατηρούμε το μέτρο και την ψυχραιμία που αντιστοιχεί σ’ αυτό το μέτρο. Αλλά είναι εισβολή. Πολλοί αριστεροί ουτοπιστές ζητούν την κατάργηση των συνόρων, τη διαμόρφωση ενός παγκόσμιου φεντεραλισμού, λες και οι άνθρωποι είναι τέλεια όντα που επιθυμούν την ειρηνική συνύπαρξη. Οι ουτοπιστές, το λέει η λέξη, ονειρεύονται κάτι που δεν υπάρχει με τον πόθο και την ανάγκη να είναι καλοί, να είναι αγαπητοί. Έτσι προσφέρουν κακές υπηρεσίες στις κοινωνίες μας – τις οδηγούν σε κακόηθες άνοιγμα, σε άνοιγμα που τις απειλεί οικονομικά και πολιτισμικά, που υποβαθμίζει ή ακόμα και καταργεί τα κεκτημένα. 

Η Ευρώπη, η Δύση γενικά, πρέπει να επιμείνει στα αδιαπέραστα σύνορά της μόνο και μόνο επειδή είναι ο μοναδικός χώρος στον κόσμο όπου υπάρχει δημοκρατία και πολιτισμός. Τούτου λεχθέντος, πρέπει να δούμε όχι πώς θα βασανίσουμε σε κλειστά κέντρα όσους ανθρώπους ξεβράστηκαν στις ακτές μας, ούτε πώς θα τους διώξουμε κλωτσηδόν από στεριά κι από θάλασσα. Χρειάζεται καλύτερη οργάνωση στη διαχείρισή τους ώστε να δεχτούμε ένα μέρος αυτών, ή και όλους, με μια σειρά πολύ συγκεκριμένες και αυστηρές προϋποθέσεις. Προϋποθέσεις αυτονόητες για τους περισσότερους ανθρώπους –υπακοή στους νόμους, σεβασμό ηθών και κανόνων, ατομική προσπάθεια ένταξης– αλλά όχι για την αριστερά η οποία υπονομεύει συστηματικά τις ευρωπαϊκές αξίες. Πώς θα γίνει αυτό –το να πεισθούν οι εισερχόμενοι να ζήσουν με τον δικό μας τρόπο– δεν ξέρω. Η πείρα που έχουμε από άλλες χώρες δεν είναι πηγή αισιοδοξίας, αλλά εξαιτίας της ίδιας της γεωγραφικής μας θέσης, του περιβάλλοντος της παγκοσμιοποίησης και της μόνιμης ταραχής στην Ανατολή, δεν νομίζω ότι έχουμε πολλές επιλογές. 

Η εθελοτυφλία είναι πολύ πιο επικίνδυνη από τη ρητορική που προσβάλλει τα ευαίσθητα αυτιά μερικών. Αλλά και η επιθετική ρητορική δεν μας βοηθάει αν θέλουμε να εντάξουμε ξένους πληθυσμούς: αν είχαμε τη δυνατότητα να απαλλαγούμε από όλους τους μουσουλμάνους που πιθανώς μας εχθρεύονται και δεν έχουν καμιά διάθεση να ενταχθούν ίσως η επιθετική ρητορική να ήταν ανώδυνη. Δεν την έχουμε αυτή τη δυνατότητα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση τηρεί αμυντική στάση και η ηγεμονική κουλτούρα είναι αριστερή: η σοσιαλδημοκρατία αποτελεί το προεπιλεγμένο ευρωπαϊκό καθεστώς. Και σωστά όσον αφορά το οικονομικό σύστημα. Το πρόβλημα αρχίζει όταν η αριστεροσύνη –δακρύβρεχτη και ανεδαφική– καθορίζει την πολιτική σε κοινωνικά προβλήματα. Η υπερευαισθησία ως προς τον ρατσισμό, η υποδαύλιση των ρατσιστικών κινημάτων εναντίον των λευκών Ευρωπαίων (και των Εβραίων), καθώς και η συμμαχία του Ισλάμ με την αριστερά δεν είναι φυσικά μόνο ελληνικά φαινόμενα – έχουν, όπως προανέφερα, ενισχύσει αναχρονιστικά και αντιευρωπαϊκά κινήματα και κόμματα. Αυτά τα κινήματα και τα κόμματα επηρεάζουν την πολιτική ολόκληρων χωρών (όπως συμβαίνει στην Ουγγαρία) και συνεργάζονται, από διαφορετικά μέτωπα, με το Ισλάμ, για τη διάλυση της Ευρώπης. 

Αν δεν καταλάβουμε αυτή τη σκληρή πραγματικότητα και συνεχίσουμε να ασχολούμαστε με το αν ο κ. Σαμαράς ξεστόμισε την επάρατη λέξη «λαθρομετανάστες», ή με το να κραυγάζουμε δήθεν ανθρωπιστικά συνθήματα («κανείς άνθρωπος δεν είναι λαθραίος»), σε λίγες δεκαετίες η Ευρώπη θα έχει εξισλαμιστεί. Χαίρομαι που είμαι ήδη μεγαλούτσικη και δεν θα βρίσκομαι ανάμεσά σας για να το δω.




Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

Εμείς οι λίγοι και αμόρφωτοι...



Εμείς οι Έλληνες κάνουμε λίγα παιδιά. Όταν κάθε δύο Έλληνες γονείς γεννάμε ενάμισι παιδί, σε βάθος χρόνου λιγοστεύουμε. Παραλλήλως φροντίζουμε κι αυτά τα (λίγα) παιδιά μας να μπαίνουν άοπλα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Σ’ έναν κόσμο όπου κυριαρχούν οι πολυπληθείς και κυρίως οι μορφωμένοι, εμείς καθόμαστε μακάριοι και ευδαίμονες σε μια γωνιά, με τα λιγοστά παιδάκια μας να προετοιμάζονται για υπηρέτες των Σιγκαπουριανών, των Κινέζων και των Εσθονών.
Στην πιο αξιόπιστη παγκοσμίως μελέτη για τις επιδόσεις των μαθητών 77 ανεπτυγμένων και υπό ανάπτυξη χωρών του πλανήτη (δείτε την εδώ) τα αποτελέσματα είναι απλώς φρικαλέα για τα βλαστάρια μας. Είμαστε στην θέση 43, πάει να πει σε μια θέση που παράγει τους μελλοντικούς σερβιτόρους, ταξιτζήδες ή εργάτες αυτών που είναι στην κορυφή της γνώσης και θα κυριαρχούν στον σκληρό αυριανό μας κόσμο.
Η έρευνα έγινε σε 5.500 Έλληνες μαθητές, δηλαδή αριθμό που δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για την αξιοπιστία των ευρημάτων. Και τα αποτελέσματα λένε ότι ένας δικός μας 15χρονος μαθητής, έχει τις γνώσεις και τις δεξιότητες ενός 12χρονου μαθητή της Σιγκαπούρης. Τόσο απλά, τόσο δραματικά. Και τι μας νοιάζει εμάς για τα τζιμάνια της Άπω Ανατολής θα ρωτήσετε, όμως και μόνο που γίνεται η ερώτηση αυτή δείχνει ότι εμείς μεγαλώνουμε τα παιδιά μας σε περιβάλλον 19ου άντε 20ου αιώνα, ενώ οι άλλοι τα έχουν ήδη στείλει στα μέσα του 21ου.
Τα προεφηβικά μαθητούδια μας έχουν εύκολη την λεκτική αντίρρηση στον καθηγητή ή στον γονιό και στο δικαίωμα τους στην πορεία και στην κατάληψη του σχολειού τους, όταν όμως εξετάστηκαν στα τρία βασικά γνωστικά αντικείμενα (φυσικές επιστήμες, μαθηματικά, κατανόηση κειμένου), την πάτησαν άσχημα. Διότι ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι στο 3,7, η Εσθονία είναι στο 6,1, η Γαλλία στο 4,5, η Πορτογαλία στο 3,3 και η Ελλάδα στο φρικαλέο 0,9. Αφήνω την Άπω Ανατολή για να μην πέσετε στα αντικαταθλιπτικά.
Κοντολογίς, στο μέλλον θα είμαστε λιγοστοί και αμόρφωτοι. Τα παλικαράκια μας και τα κορίτσια μας θα μπουν σε ελληνικό πανεπιστήμιο και θα διαπρέψουν στην εφεύρεση επιχειρημάτων για να μην μπαίνει αστυνομία στο άσυλο, μόλις όμως αποφοιτήσουν θα βρεθούν αντιμέτωποι με έναν Κινέζο που έβγαλε το πανεπιστήμιο του Πεκίνου που έχει 100.000 φοιτητές, αλλά έχει άυλη γραμματεία. Το τεράστιο αυτό πανεπιστήμιο δεν έχει ούτε έναν υπάλληλο στην γραμματεία του, όλα γίνονται ψηφιακά. Εκεί, και να θέλει να μπει η αστυνομία δεν γίνεται. Που θα μπει;
Σας παρακαλώ να ρίξετε μια έστω φευγαλέα ματιά στην έρευνα PISA 2015 όπως την επεξεργάστηκε η Dianeosis. Και μετά αποφασίστε για το αν θα συνεχίσετε να τσακώνεστε για τις ώρες των θρησκευτικών, για το ποιο κόμμα κυριαρχεί στις εκλογές των 15μελών ή για το πόσους στέλνει κάθε παράταξη στην Βουλή των εφήβων. Σκεφτείτε, έχοντας επίγνωση ότι στις φυσικές επιστήμες μόνο το 0,1% των 5.500 Ελλήνων μαθητών κατατάχθηκε στην ανώτατη βαθμίδα, ενώ στα μαθηματικά το 35,8% δεν μπορεί να ανταπεξέλθει ικανοποιητικά ούτε στα πιο απλά προβλήματα.

 Του Δημήτρη Καμπουράκη





Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

Παιδεία-Εκπαίδευση


 «Μετεξεταστέοι» οι Ελληνες μαθητές     25.11.2019 : 21:12

Περισσότεροι από τους μισούς 15χρονους στην Ελλάδα δεν καταφέρνουν να αναλύσουν και να αξιολογήσουν ένα κείμενο και να το συσχετίσουν με την καθημερινή ζωή. Το ίδιο συμβαίνει στα μαθηματικά και στις φυσικές επιστήμες. Αδυνατούν να οργανώσουν ένα σχέδιο επίλυσης ενός προβλήματος, που απαιτεί συνδυασμό γνώσεων και πηγών. Ο διαγωνισμός PISA του ΟΟΣΑ, που διοργανώνεται ανά τριετία, σκιαγραφεί με μελανά χρώματα το επίπεδο του ελληνικού σχολείου. Από τον πρώτο διαγωνισμό το 2000 έως και εκείνον του 2015 η Ελλάδα βρίσκεται καθηλωμένη σταθερά μεταξύ των χωρών με μέτριες επιδόσεις. Ενδεικτικά, με βάση τα αποτελέσματα στον διαγωνισμό του 2015 η γενική επίδοση των Ελλήνων μαθητών είναι χειρότερη από σχεδόν όλες τις χώρες της Ε.Ε. Οι μαθητές στη Σιγκαπούρη έχουν τις καλύτερες επιδόσεις από όλους. Ο μέσος 15χρονος Ελληνας μαθητής έχει τις γνώσεις και τις ικανότητες του μέσου 12χρονου μαθητή της Σιγκαπούρης. Η ίδια γενική εικόνα μέτριων αποτελεσμάτων εκτιμάται να επαναληφθεί και στον διαγωνισμό του 2018, τα αποτελέσματα του οποίου αναμένονται στις αρχές Δεκεμβρίου. Ποιος λοιπόν είναι ο στόχος του ελληνικού σχολείου, και πώς υπηρετείται στην πράξη; Η «Κ» παρουσιάζει μια ενδελεχή μελέτη του Οργανισμού Ερευνας και Ανάλυσης διαΝΕΟσις, πάνω στα ποσοτικά και ποιοτικά αποτελέσματα του PISA του 2015, τα πιο πρόσφατα πλήρη δεδομένα που είναι διαθέσιμα.
Ειδικότερα, ο PISA έχει ορίσει έξι επίπεδα εγγραμματισμού για τις δεξιότητες που πρέπει να έχουν οι μαθητές στην κατανόηση κειμένου, τα μαθηματικά και τις φυσικές επιστήμες. Το πρώτο επίπεδο είναι το χαμηλότερο και το έκτο το υψηλότερο. Στον τελευταίο διαγωνισμό, τα αποτελέσματα των Ελληνόπουλων ήταν τα εξής:
• Στην κατανόηση κειμένου, στα δύο χαμηλότερα επίπεδα κατετάγη το 52,6%, ενώ στα δύο υψηλότερα μόλις το 4,1%. Οι αντίστοιχοι μέσοι όροι του ΟΟΣΑ είναι 43,3% και 8,3%.
• Στις φυσικές επιστήμες, στα δύο χαμηλότερα επίπεδα κατετάγη το 64,1% (46% ο μ.ό. του ΟΟΣΑ) των Ελληνόπουλων και στα δύο υψηλότερα το 2,1% (7,8% του ΟΟΣΑ).
• Στα μαθηματικά, στα δύο χαμηλότερα επίπεδα κατετάγη το 61,8% (45,9% του ΟΟΣΑ) των Ελλήνων μαθητών, ενώ στα δύο υψηλότερα το 3,9% (10,7% του ΟΟΣΑ).
Βέβαια, όπως παρατηρεί στην «Κ» η κ. Χρύσα Σοφιανοπούλου (επίκουρη καθηγήτρια στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, εθνική συντονίστρια του PISA, και συντονίστρια της πολυσέλιδης μελέτης της διαΝΕΟσις) σημαντικό στοιχείο για να διαπιστωθεί το εύρος των ανισοτήτων –με βάση τους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες– που αναπαράγονται μέσω του σχολείου είναι να σκιαγραφηθεί το προφίλ του Ελληνα μαθητή που πετυχαίνει εξαιρετικά καλές επιδόσεις. Σύμφωνα με την κ. Σοφιανοπούλου, «είναι μαθητής από αστική περιοχή, με μορφωμένους γονείς και υψηλό κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό επίπεδο. Πήγε σε προνήπιο και παιδικό σταθμό. Είναι πολύ ευαίσθητος για τα περιβαλλοντικά θέματα, αλλά δεν είναι αισιόδοξος και ανησυχεί πολύ για το μέλλον του πλανήτη. Πηγαίνει σε ιδιωτικό σχολείο, που έχει καλό εξοπλισμό και δασκάλους που προσαρμόζονται ευκολότερα ανάλογα με τις ανάγκες της διδασκαλίας. Δεν παρακολουθεί μαθήματα σε φροντιστήριο!».
Η στόχευση
Η έρευνα PISA διεξάγεται ανά τριετία στις 35 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ και χώρες-εταίρους, με σκοπό να αξιολογήσει αν και κατά πόσον μαθητές που πλησιάζουν στο τέλος της υποχρεωτικής εκπαίδευσής τους έχουν αποκτήσει τις γνώσεις και τις ικανότητες για να συμμετάσχουν αποτελεσματικά στις σύγχρονες κοινωνίες και να αντεπεξέλθουν στις ανάγκες της εποχής. Στην έρευνα του 2015 συμμετείχαν συνολικά περίπου 540.000 μαθητές από 72 χώρες. Από την Ελλάδα συμμετείχαν 5.532 μαθητές ηλικίας 15-16 ετών, από 212 δημόσια και ιδιωτικά σχολεία.
«Το ότι έχουν πια περάσει τέσσερα χρόνια από το 2015 και το ότι τα παιδιά που έλαβαν μέρος τότε είχαν το δικαίωμα να ψηφίσουν στις φετινές εκλογές δεν έχει, βεβαίως, μεγάλη σημασία. Τα δεδομένα τέτοιων μεγάλων εκπαιδευτικών ερευνών δεν χρησιμεύουν για την καταγραφή στιγμιαίων επιδόσεων, αλλά για την αξιολόγηση βασικών, διαχρονικών χαρακτηριστικών ενός εκπαιδευτικού συστήματος, και αυτά στη χώρα μας εδώ και αρκετά χρόνια παραμένουν λίγο-πολύ αναλλοίωτα», λέει ο Editorial Director της διαΝΕΟσις κ. Θοδωρής Γεωργακόπουλος.
«Η έρευνα της διαΝΕΟσις δεν εξαντλεί τα ευρήματα που μπορούν να εξαχθούν από τα δεδομένα του PISA, αλλά φιλοδοξεί για πρώτη φορά να φέρει στη δημόσια συζήτηση μερικά από τα σημαντικά θέματα που αναδεικνύονται από αυτές τις έρευνες, θέματα που αφορούν τα σχολεία μας, τους μαθητές μας και όλες τις ελληνικές οικογένειες. Οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, που μεταφέρονται στο εκπαιδευτικό σύστημα και αποτυπώνονται στις γνώσεις και στις ικανότητες των μαθητών μας, είναι ένα τέτοιο θέμα. Αυτό, μάλιστα, το αντιμετωπίζουν και άλλες χώρες, πολλές σε μεγαλύτερο βαθμό, αλλά είναι υπαρκτό και στη δική μας», τονίζει ο ίδιος.
Χαμηλά οι «μη προνομιούχοι», σημαντική η προσχολική αγωγή
Τα θέματα στα οποία καλούνται να αξιολογηθούν είναι γενικότερης φύσεως, με στόχο να αποτυπώσουν όχι τόσο το τι γνωρίζουν οι μαθητές, αλλά το αν και κατά πόσον μπορούν να σκεφτούν αναλυτικά και συνδυαστικά, προκειμένου να ανταποκριθούν σε καθημερινά προβλήματα. Για παράδειγμα, στην εξέταση των φυσικών επιστημών το 2006 ένα θέμα έδειχνε στους μαθητές μια φωτογραφία των Καρυάτιδων, εξηγώντας πως τη δεκαετία του ’80 είχαν μεταφερθεί στο εσωτερικό του Μουσείου της Ακρόπολης για να αποφύγουν τη φθορά από την όξινη βροχή. Ακολουθούσαν ερωτήσεις στις οποίες το θέμα ζητούσε από τους μαθητές να εξηγήσουν από πού προέρχονται τα οξείδια του αζώτου και του θείου στην ατμόσφαιρα, και να αξιολογήσουν/μαντέψουν τα αποτελέσματα ενός πειράματος κατά το οποίο κομμάτια μαρμάρου τοποθετούνται σε ξίδι. Σε ένα άλλο θέμα, οι μαθητές καλούνταν να εξηγήσουν γιατί τα αστέρια φαίνονται λαμπρότερα στην ύπαιθρο αντί για τις πόλεις, και γιατί ένα τηλεσκόπιο μεγαλύτερης διαμέτρου δείχνει καλύτερα αστέρια χαμηλής φωτεινότητας.
Αν και από τους ερευνητές του PISA το επίπεδο 2, από τα έξι στα οποία κατατάσσονται οι επιδόσεις των μαθητών, θεωρείται επαρκές, είναι ανησυχητικό το ποσοστό, περί το 20%, όσων βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο. Ενας στους πέντε Ελληνες μαθητές είναι στην κατώτατη κατηγορία από τις έξι του PISA και στα τρία γνωστικά αντικείμενα. Λιγότερο από 1% των Ελλήνων μαθητών είναι στην ανώτερη κατηγορία και στα τρία γνωστικά αντικείμενα. Αναλύοντας τα αποτελέσματα του PISA στις έρευνες που έγιναν στους μαθητές και στους διευθυντές των σχολείων, η μελέτη εντοπίζει τους παράγοντες που σχετίζονται με την επίδοση των μαθητών. Σταχυολογώντας ενδεικτικά:
• Μαθητές που είχαν λάβει προσχολική αγωγή για πολλά χρόνια πριν ξεκινήσουν το σχολείο, πετυχαίνουν καλύτερες επιδόσεις από τον μέσον όρο, ή από αυτούς που είχαν λιγότερα χρόνια προσχολικής αγωγής.
• Οι μισοί «μη προνομιούχοι» ως προς το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμό τους υπόβαθρο μαθητές πετυχαίνουν πολύ κακή επίδοση και κατατάσσονται στην κατώτερη κατηγορία κατάταξης.
• Μόνο το 18% των Ελλήνων «μη προνομιούχων» μαθητών κατατάσσεται στο ανώτατο 25% των επιδόσεων του PISA.
• Οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων έχουν σημαντικά καλύτερη επίδοση από τους μαθητές δημόσιων σχολείων.  Το 9,2% των Ελλήνων μαθητών ιδιωτικών σχολείων πετυχαίνει εξαιρετικά υψηλή επίδοση στις φυσικές επιστήμες. Μόνο το 1,8% των μαθητών των δημοσίων πετυχαίνει αντίστοιχες επιδόσεις.
• Η παρακολούθηση εξωσχολικών μαθημάτων φαίνεται ότι δεν σχετίζεται με τις επιδόσεις των μαθητών στον PISA. Ισα ίσα, μαθητές που κάνουν φροντιστήριο σε ομάδες άνω των οκτώ ατόμων τα πηγαίνουν χειρότερα στις φυσικές επιστήμες και από τον μέσον όρο και από τα παιδιά που δεν πηγαίνουν καθόλου φροντιστήριο.
• Οι μαθητές που δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν ελάχιστα ή καθόλου το Ιντερνετ εκτός σχολείου τα πηγαίνουν χειρότερα από ό,τι ο μέσος όρος. Αντίθετα, τα παιδιά που δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν το Ιντερνετ από μισή ώς τέσσερις ώρες την ημέρα εκτός σχολείου, τα πηγαίνουν καλύτερα από τον μέσον όρο.
• Τα ελληνικά σχολεία υπολείπονται κατά πολύ στον αριθμό διαθέσιμων ηλεκτρονικών υπολογιστών ανά μαθητή στο σχολείο. Στη χώρα μας αντιστοιχεί ένας υπολογιστής για κάθε τέσσερις μαθητές, την ώρα που στην Πορτογαλία είναι σχεδόν ένας υπολογιστής για κάθε δύο μαθητές και σε χώρες όπως η Εσθονία ή η Γαλλία σχεδόν ένας υπολογιστής για κάθε μαθητή.
• Τo 16,7% των Ελλήνων μαθητών δήλωσε πως έχει υποστεί κάποιας μορφής bullying κατά τη διάρκεια του τελευταίου μήνα πριν από την έρευνα (ποσοστό λίγο μικρότερο από τον μέσον όρο των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ, που είναι στο 18,7%), ενώ το 4,3% δηλώνει πως έχουν δεχθεί σωματική βία τον τελευταίο μήνα στο σχολείο (ακριβώς ίδιο ποσοστό με τον μέσον όρο του ΟΟΣΑ).