Τετάρτη 1 Φεβρουαρίου 2017

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Μεταναστευτικό (19) Δύο σημαντικά κείμενα

Καλοπληρωμένοι φιλελέφτ κάθε κατηγορίας 
λανσάρουν τους λαθρομετανάστες ως lifestyle. 
Εξώφυλλο του περιοδικού DownTown



Οι πρόσφυγες ως εργαλείο της Αριστεράς

Οι πρόσφυγες είναι και μόδα. Είναι όμως και μέσο στην προσδοκία ανατροπής του καπιταλισμού. Σύμφωνα με την ανάγνωση αυτή, οι πρόσφυγες θα λειτουργήσουν ως εισαγόμενο προλεταριάτο που θα ανατρέψει τις ταξικές ισορροπίες στη Δύση. Η μαζική παρουσία τους θα γεννήσει κοινωνικές διεκδικήσεις, κινήματα εξίσωσης και αιτήματα αναδιανομής. Προορίζονται να γίνουν το νέο κοινωνικό υποκείμενο, οι ευγενείς άγριοι που θα ανατρέψουν το πλουτοκρατικό καθεστώς.

Ποιος εξουσιάζει τα πράγματα; 
Αυτός που εξουσιάζει τις λέξεις.


Η Αριστερά έχει κατορθώσει να επιβάλει το δικό της πολιτικό και κοινωνικό λεξιλόγιο, τις δικές της εννοιολογήσεις στους κυριότερους κόμβους της δημόσιας συζήτησης.

Οι αντίπαλοί της ξεκινούν με γκολ από τα αποδυτήρια, στο βαθμό που συμμορφώνονται by default (=από προεπιλογή Σημ. ΚΕΜΕΘΑ) στους όρους του παιχνιδιού που εκείνη έθεσε. «Όρους» και με τις δύο σημασίες: του ορίου που δεν μπορεί να ξεπεραστεί και των γλωσσικών εργαλείων που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν. Οι διαστάσεις του γηπέδου, η ποιότητα του χλοοτάπητα, το υλικό με το οποίο είναι φτιαγμένες οι μπάλες: όλα ακολουθούν τα στάνταρ που έχει θέση η μία εκ των δύο πλευρών. 

Ως ιερατείο, που αντλεί νομιμοποίηση από το ανεξάντλητο απόθεμα χάριτος που σώρευσαν οι αγαθοεργίες των μαρτύρων της, η Αριστερά αποφασίζει το λεκτόν και το άλεκτον, αυτό που μπορεί να ειπωθεί και αυτό που δεν μπορεί να ειπωθεί διότι αποτελεί ταμπού. 

Η αριστερή πολιτική ορθότητα προχωρεί piecemeal (=σταδιακά. Σημ. ΚΕΜΕΘΑ). Για πολύ καιρό έδινε μάχη υπέρ του απλού και ουδέτερου «μετανάστες» αντί του φασιστικού «λαθρομετανάστες». Τη μάχη αυτή την κέρδισε κατά κράτος. Στο επόμενο στάδιο, αυτό που διανύουμε τώρα και που πλησιάζει προς το τέλος του με την ίδια έκβαση, διεκδικεί την αντικατάσταση του ουδέτερου «μετανάστες» με το θετικά χρωματισμένο «πρόσφυγες».

Όλοι είναι πρόσφυγες. Ο «μετανάστης» συρρικνώνεται εννοιολογικά και περιλαμβάνει πλέον μόνο πολίτες πλούσιων χωρών που μετεγκαθίστανται σε άλλες πλούσιες χώρες για λόγους αναψυχής ή ιδιοτροπίας. Η «μετανάστευση», εκτός από ιστορική κατηγορία (π.χ. ελληνική μετανάστευση στις ΗΠΑ), αφορά πλέον μόνο ενδο-δυτικές μετακινήσεις, εντός των ορίων του Πρώτου Κόσμου.

Οποιοσδήποτε έρχεται στη Δύση από μη δυτική χώρα θεωρείται ipso jure (=αυτοδικαίως. Σημ. ΚΕΜΕΘΑ) «πρόσφυγας».

Η υπόθεση είναι πως οι συνθήκες ζωής σε όλες ανεξαιρέτως τις μη δυτικές χώρες είναι τόσο ταπεινωτικές και απάνθρωπες που δικαιολογούν μαζική φυγή των κατοίκων. Αυτό που εδώ συνήθως διαφεύγει είναι η σχετικότητα των όρων: ταπεινωτικές και απάνθρωπες σε σχέση με τη Δύση, όχι απολύτως. 

Η Αριστερά κατέχει άριστα την λεπτή τέχνη της πόλωσης: κατασκευάζει δύο μανιχαϊκά άκρα, τους καλούς που «σε κάθε μετανάστη βλέπουν έναν πρόσφυγα» και τους κακούς που «σε κάθε πρόσφυγα βλέπουν έναν μετανάστη».

Το ενδιάμεσο έδαφος πυρπολείται και μεταβάλλεται σε καμένη γη. Δεν επιτρέπονται αποχρώσεις, διαχωρισμοί, σχολαστικές κατηγοριοποιήσεις.

Ή θα είσαι με τους ανθρώπους ή θα είσαι με τους φασίστες.

Για να θεωρηθεί κάποιος πρόσφυγας δεν χρειάζεται να προέρχεται από εμπόλεμη περιοχή. Όλες οι μη δυτικές περιοχές θεωρούνται κατά κάποιο τρόπο εμπόλεμες. Σύμφωνα με τη μαρξιστική θεωρία της εξάρτησης, οι πρώην αποικιοκρατούμενες και νυν υπανάπτυκτες ή αναπτυσσόμενες χώρες υφίστανται την διαρκή δομική βία του ανεπτυγμένου κόσμου.

Η Συρία λειτούργησε ως ο καταλύτης της «προσφυγοποίησης» όλων των φτωχών και κατατρεγμένων της γης που θέλουν να καταφύγουν στη Δύση.

Οι πρόσφυγες έχουν δικαίωμα να επιλέξουν σε ποια χώρα θα εγκατασταθούν. Το ότι διέφυγαν τον άμεσο κίνδυνο του πολέμου δεν σημαίνει ότι υποχρεούνται να παραμείνουν οπουδήποτε επικρατεί τυπική «ειρήνη». Θα πάνε όπου θέλουν. Αν θέλουν όλοι Αγγλία, Γερμανία και Σκανδιναβία, εκεί θα πάνε.

Ερωτήματα του τύπου «πόσους μπορούμε να αντέξουμε» είναι φασιστικά. Δεν μπορούν καν να τεθούν. Εάν τεθούν σε θέτουν αυτομάτως εκτός των ορίων του πολιτισμού.

Μπορούν οι πρόσφυγες να ξεπεράσουν τον πληθυσμό της χώρας υποδοχής; Φυσικά. Δεν υπάρχει όριο στις αφίξεις.

Όποιος ασχολείται με ποσοστώσεις, θέτει προϋποθέσεις, εκφράζει επιφυλάξεις, λέει «ναι» στους πρόσφυγες αλλά με αστερίσκο, είναι φασίστας. Φασίστας με αστερίσκο.

Τι κρύβεται πίσω από όλα αυτά;

Κυρίως άγνοια, κομφορμισμός και φόβος στοχοποίησης. Οι πρόσφυγες είναι και μόδα, αφορμή επίδειξης ευαισθησίας για όσους «συμβαδίζουν με την εποχή τους». Το τελευταίο εξώφυλλο του περιοδικού Down Town, με τους σωσιβιοφορούντες σελέμπριτις σε ρόλο προσφύγων, και η καμπάνια ραδιοφωνικού σταθμού που συλλέγει «μπάρες δημητριακών», είναι τα πιο γνωστά παραδείγματα.

Είναι όμως και κάτι άλλο.

Το όραμα της ανατροπής του καπιταλισμού.

Οι πρόσφυγες θα λειτουργήσουν ως εισαγόμενο προλεταριάτο που θα ανατρέψει τις ταξικές ισορροπίες στη Δύση. Η μαζική παρουσία τους θα γεννήσει κοινωνικές διεκδικήσεις, κινήματα εξίσωσης και αιτήματα αναδιανομής. Προορίζονται να γίνουν το νέο κοινωνικό υποκείμενο, οι ευγενείς άγριοι που θα ανατρέψουν το πλουτοκρατικό καθεστώς.

Το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς δεν τρέφουν τέτοιες μεγαλεπήβολες βλέψεις, επιθυμώντας απλώς να βρουν μόνιμη εργασία και να ενσωματωθούν στις κοινωνίες υποδοχής, έχει ελάχιστη σημασία. Η επανάσταση είναι αδήριτη ιστορική νομοτέλεια. Δεν θα ρωτήσει τον καθένα ξεχωριστά τι θέλει. Η επανάσταση έχει ως όργανο τις μάζες, όχι τις ατομικές συνειδήσεις. 
Οι πρόσφυγες εργαλειοποιούνται πολιτικά από την Αριστερά. Ο απώτατος στόχος είναι η κολλεκτιβική κοινωνία, αν και επισήμως τουλάχιστον παραμένει ακόμη αποσιωπημένος.

Γιάννης Μαύρος


Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν επιθυμεί την «ταυτοποίηση»;

Την περασμένη εβδομάδα ήρθε στη δημοσιότητα σε ξένα έντυπα η συνέντευξη ενός «πρόσφυγα» από την πλατεία Βικτωρίας στην οποία ο νεαρός αποκάλυπτε ότι ήταν Πακιστανός και ότι ήλπιζε να πάει στην Γερμανία να βρει την αδελφή του. Όποιος λοιπόν διάβασε την συνέντευξη, ασφαλώς διερωτήθηκε τι δουλειά είχε αυτός ο άνθρωπος -και πιθανώς χιλιάδες άλλοι σαν αυτόν- στην Αθήνα. 
Πώς, με άλλα λόγια θεωρήθηκε ως «πολιτικός πρόσφυγας» και του επετράπη η συνέχιση του ταξιδιού του στην Ελλάδα με απώτερο στόχο να ζήσει στην Ευρώπη.

Πρόκειται ασφαλώς για το περίφημο πρόβλημα της «ταυτοποίησης» στο οποίο η κυβέρνηση φέρεται να έχει αποτύχει τραγικά με αποτέλεσμα τον γνωστό εξοργισμό πολλών ευρωπαϊκών χωρών. Όμως το στοιχείο εκείνο που παραβλέπεται ή υποτιμάται στην συζήτηση, είναι η ιδεολογική διάσταση της αποτυχίας της «ταυτοποίησης»: 
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δεν κάνει διάκριση μεταξύ «πολιτικών» και «οικονομικών» προσφύγων (αυτή είναι η «ταυτοποίηση») όχι απλά επειδή δεν έχει τις δυνατότητες ή τις ικανότητες να το κάνει. Δεν κάνει αυτή την διάκριση διότι σε ένα γνήσιο μαρξιστικό κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή η διάκριση δεν έχει νόημα.

Για τον μαρξισμό η έννοια του «πολιτικού πρόσφυγα» που προϋπέθετε την αυτονομία του «πολιτικού», πάντοτε παρουσίαζε δυσκολίες. «Πολιτικός πρόσφυγας» σημαίνει απουσία «πολιτικής ελευθερίας» -όμως αυτή η τόσο κεντρική στην αστική ιδεολογία έννοια, ελάχιστο ρόλο παίζει στην σημασιολογία του μαρξισμού. Θυμόμαστε όλοι το κεντρικό επιχείρημα της Αριστεράς στα αμφιθέατρα σχετικά με την απουσία ελευθερίας στα κομμουνιστικά καθεστώτα: «Τι να την κάνει ο άνθρωπος την πολιτική ελευθερία όταν δεν έχει να φάει». 
Επιχείρημα το οποίο σαφέστατα ανήγαγε την «πολιτική ελευθερία» σε ένα δευτερεύον επιφαινόμενο της «οικονομικής ελευθερίας» (κατάργηση της «εκμετάλλευσης»). Αυτός ήταν και ένας κεντρικός λόγος για τον οποίο η Αριστερά αρνιόταν να συμπαρασταθεί στους πολιτικούς πρόσφυγες των κομμουνιστικών χωρών: πώς μπορεί να υπάρχουν «πολιτικοί διαφωνούντες» όταν η οικονομική εκμετάλλευση έχει καταργηθεί… όταν με άλλα λόγια υπάρχει οικονομική ελευθερία; 
Για αυτό, λοιπόν, οι αντιφρονούντες των κομμουνιστικών χωρών αντιμετωπίζονταν με ιδιαίτερη καχυποψία από τα αριστερά κόμματα στη Δύση (πρωτοστατούσης φυσικά της ελληνικής Αριστεράς).

Να προλάβω δύο αντεπιχειρήματα. Ασφαλώς και υπήρξαν πολλοί αριστεροί διωκόμενοι από δεξιά δικτατορικά καθεστώτα (όπως π.χ. την ελληνική χούντα) που αυτοπροσδιορίζονταν ως «πολιτικοί πρόσφυγες» και αναζητούσαν την αναλογούσα προστασία στις δυτικές δημοκρατίες. Όμως ο αυτοχαρακτηρισμός τους ως «πολιτικού πρόσφυγα» απλώς εξέφραζε μια εργαλειακή αντίληψη και όχι μια βαθύτερη αναγνώριση της αυτονομίας του «πολιτικού».

Επίσης είναι γεγονός ότι υπήρξαν ορισμένοι αξιόλογοι διανοητές της Αριστεράς όπως ο Γκράμσι και ο Πουλαντζάς που προσπάθησαν να θεμελιώσουν την (σχετική) αυτονομία του «πολιτικού υπεροικοδομήματος» έναντι της «οικονομικής βάσης» -όμως αυτές οι ιδιαίτερα αξιόλογες προσπάθειες είχαν περιορισμένη απήχηση.

Σήμερα το θέμα της διαχείρισης του προβλήματος των μεταναστών και προσφύγων το χειρίζεται ένα μαρξιστικό κόμμα καθώς και διάφορες ομάδες με συγγενεύουσες αντιλήψεις. 

Αυτό δεν σημαίνει φυσικά ούτε κατά διάνοια υποτίμηση του πολύ θετικού ρόλου που παίζουν στην διάσωση ανθρώπινων ζωών. Όμως σημαίνει ότι οι προσπάθειες τους φιλτράρονται μέσα από ιδεολογικά πρίσματα στα πλαίσια των οποίων ο διαχωρισμός «πολιτικού» και «οικονομικού» πρόσφυγα έχει περιορισμένη σημασία. Αυτό είναι το ιδεολογικό υπόβαθρο που εξηγεί την λεγόμενη αποτυχία της «ταυτοποίησης» από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και όχι η έλλειψη πόρων ή κάποια μεταφυσική «ανικανότητα». Δεν υπάρχει αποτελεσματική «ταυτοποίηση» επειδή για ένα μαρξιστικό κόμμα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ η διάκριση σε «πολιτικό» και «οικονομικό» πρόσφυγα δεν έχει νόημα.

Από την άλλη πλευρά, είναι επίσης εντυπωσιακή η ρηχότητα και άνευ ιδεολογικής ουσίας κριτική που ασκείται στην κυβέρνηση για το Προσφυγικό (όπως και στην οικονομία, στην εκπαίδευση και αλλού) από τα λεγόμενα αστικά κόμματα όπως το ΠΟΤΑΜΙ, το ΠΑΣΟΚ και πάνω απ’ όλα από την ΝΔ. Μετά από μια σύντομη αναλαμπή, τα κόμματα αυτά επιστρέφουν ταχύτατα στην παραδοσιακή χειμερία νάρκη αφήνοντας κυρίαρχο του παιχνιδιού τον Αλέξη Τσίπρα.

Η αντιπολίτευση δεν έχει βρει ακόμα ούτε τον Λεοπόλδο Λοπέζ, ούτε τον Μορίσιο Μάκρι της, ούτε προβλέπεται ότι θα τους βρει σύντομα.

Τ.Μ.